Μια σημαντική μερίδα (μεγάλων και πολύ μεγάλων) επενδυτών φωτοβολταϊκών, οι οποίοι είχαν στο παρελθόν ζητήσει αδειοδότηση από τη ΡΑΕ, αλλά δεν πρόλαβαν να αδειοδοτηθούν γιατί εν τω μεταξύ αποφασίστηκε από την κυβέρνηση, τον Αύγουστο του 2012, αναστολή νέων επενδύσεων, επανήλθαν στη Ρυθμιστική Αρχή και επικαιροποίησαν τους φακέλους και το αίτημά τους.
Μετά την άρση της απαγόρευσης (επήλθε με το νόμο 4254/2014 που έχει γίνει γνωστός ως νόμος του New Deal) η ΡΑΕ κάλεσε τους μπλοκαρισμένους επενδυτές να δηλώσουν αν θέλουν να επικαιροποιήσουν τα στοιχεία και να πάρουν άδεια παραγωγής με τα νέα όμως δεδομένα. Δηλαδή με τις καινούργιες, πολύ χαμηλές ταρίφες. Η προθεσμία έληγε στις 12 Σεπτεμβρίου.
Σύμφωνα λοιπόν με πληροφορίες του energypress, από τις 270 αιτήσεις που εκκρεμούσαν, συνολικής δυναμικότητας περί τα 4 GW, προσήλθαν και αξιοποίησαν τη δυνατότητα που τους δόθηκε οι επενδυτές 66 έργων, συνολικής δυναμικότητας περί το 1 GW. Όπως μπορεί να αντιληφθεί κανείς μιλάμε για μεγάλα έργα (οπωσδήποτε πάνω από 1 MW) και μερικά πολύ μεγάλα που φτάνουν και τα δεκάδες MW. Οι υπόλοιπες αιτήσεις, για τις οποίες είτε δεν προσκομίστηκε κανένας νέος φάκελος είτε προσκομίστηκαν ελλιπή στοιχεία, θεωρούνται απορριφθείσες.
Ενδιαφέρον έχει βεβαίως το γεγονός ότι οι ενδιαφερόμενοι επενδυτές έχουν, μαζί με τη νέα τους αίτηση, καταθέσει και στοιχεία που δείχνουν ότι τα έργα αυτά είναι βιώσιμα και έχουν αρχική τραπεζική έγκριση χρηματοδότησης, με ταρίφες που το 2014 είναι 90 ευρώ ανά MWh και από το 2015, οπότε οι ταρίφες υπολογίζονται με βάση τον τύπο 1,1 x ΟΤΣ, θα διαμορφωθούν στα επίπεδα της τάξης των 60-65 ευρώ ανά MWh. Και αν τα 90 ευρώ ανά MWh θεωρείται ότι είναι μια αποζημίωση που μπορεί να δώσει, υπό προϋποθέσεις, βιώσιμα έργα, το σύνολο της αγοράς συμφωνεί ότι οι ταρίφες των 60-65 ευρώ δεν επιτρέπουν την κατασκευή κανενός έργου.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι ολόκληρο το 2014 έχουμε σχεδόν μηδενικές εγκαταστάσεις φωτοβολταϊκών (λιγότερα από 10 MW) και στον τελευταίο κύκλο της ΡΑΕ δεν υπήρξε ούτε μία αίτηση για νέο έργο.
Παράγοντες της αγοράς ερμηνεύουν την εκδήλωση ενδιαφέροντος για την αναβίωση των παλιών αιτήσεων ως παρακαταθήκη για μελλοντικές αλλαγές στο ρυθμιστικό και θεσμικό πλαίσιο. Εκτιμάται δηλαδή ότι οι μεγάλοι επενδυτές προτιμούν να λάβουν την άδεια (παρότι το να την διατηρούν θα τους κοστίζει πλέον περί τα 1000 ευρώ ανά Μεγαβάτ το χρόνο) και να εκτιμήσουν στη συνέχεια αν θα την χρησιμοποιήσουν με βάση τα δεδομένα που θα διαμορφωθούν. Αν για παράδειγμα γίνει αποδεκτή η πρόταση του ΣΕΦ για διατήρηση και το 2015 της ταρίφας των 90 ευρώ ανά MWh, κάθε επενδυτής από αυτούς που τώρα ανανεώνουν το παλαιό αίτημά τους και θα πάρουν άδεια παραγωγής, θα μπορεί να διεκδικήσει την υλοποίηση του έργου του. Να διεκδικήσει δηλαδή να είναι και το έργο του μέσα σε εκείνα που θα καλύψουν το πλαφόν εγκατάστασης των 200 MW ανά χρόνο που έχει ούτως ή άλλως τεθεί.
Όσον αφορά τη διαδικασία, η ΡΑΕ θα προχωρήσει τώρα στην αξιολόγηση των φακέλων που της υποβλήθηκαν, τηρώντας τη χρονική προτεραιότητα των κύκλων υποβολής. Δηλαδή θα εξετάζεται πρώτα το έργο για το οποίο είχε υποβληθεί νωρίτερα το αρχικό αίτημα. Όσα έργα λάβουν άδεια παραγωγής θα πρέπει στη συνέχεια να προσέλθουν στον ΑΔΜΗΕ ή τον ΔΕΔΔΗΕ για να πάρουν όρους σύνδεσης με το δίκτυο. Η ΡΑΕ έχει άλλωστε διευκρινίσει από την πρώτη στιγμή ότι η χορήγηση αδειών παραγωγής από τη ΡΑΕ «γίνεται υπό το πρίσμα των οριζόμενων, σχετικά με τα περιθώρια ισχύος και την τιμολόγηση των εν λόγω σταθμών, και σε καμία περίπτωση δεν συνιστά κατοχύρωση ηλεκτρικού χώρου αλλά ούτε και δέσμευση εγγυημένης τιμής αποζημίωσης (feed-in-tariff) της παραγόμενης ενέργειας του σταθμού».
Πρέπει να σημειωθεί τέλος ότι για τα μικρά έργα φωτοβολταϊκών, μικρότερα του 1 Μεγαβάτ, για τα οποία δεν χρειάζεται άδεια από τη ΡΑΕ αλλά απλά παίρνουν από τον ΔΕΔΔΗΕ όρους σύνδεσης, ο Διαχειριστής είχε επίσης καλέσει τους παλιούς επενδυτές που είχαν κάνει αίτηση πριν την αναστολή (ήταν συνολικά 12.000 αιτήματα) να δηλώσουν εάν θέλουν να συνεχίσουν. Η ανταπόκριση υπήρξε αναιμική (ανανέωσαν το αίτημά τους περι τους 1200 επενδυτές, δηλαδή περίπου το 10%), γεγονός που θεωρείται φυσικό, καθώς ένα μικρό έργο των 100 KW δεν έχει σχεδόν καμία πιθανότητα να κατασκευαστεί με τις τρέχουσες ταρίφες.
κειμενο απο energypress